Λοιπόν απόψε θα σας μιλήσω σαν επιχειρηματίας. Σαν ένας απηυδισμένος άνθρωπος της αγοράς. Και θυμωμένος όταν ακούω να περιγελούν τους φόβους μας και να μας κατηγορούν ανέμελα και ανόητα για καταστροφολογία. Και αυτά που θα πω θα τα καταλάβουν χιλιάδες άλλοι επιχειρηματίες και οι συνεργάτες τους. Και οι οικογένειες τους. Αυτοί που μερικοί περιγελάτε ως «νοικοκυραίους».
Μέχρι πριν έναν χρόνο ήμασταν έτοιμοι να καταρρεύσουμε και οι τελευταίοι που είχαμε απομείνει να αντέχουμε να λειτουργούμε χωρίς ρευστότητα. Ακόμη όσοι από εμάς ημασταν τυχεροί να έχουμε δουλειές από το εξωτερικό, δεν βρίσκαμε κεφάλαια να χρηματοδοτήσουμε τις δουλειές αυτές. Και τρώγαμε τις σάρκες μας. Και θα σας εξομολογηθώ κάτι προσωπικό: κάθε φορά που κλείδωνα, χαράματα, την πόρτα για να φύγω, σκεφτόμουν γελώντας ότι κάποιο τέτοιο πρωϊ θα είναι που θα την κλειδώσω οριστικά. Γελώντας, για να ξορκίσω το κακό.
Μην βιαστείτε να κρίνετε όσοι έχετε μάθει να κάνετε ασκήσεις επί χάρτου για την οικονομία, όσοι την ξέρετε από σίγουρες δημόσιες δουλειές ή από τα πανεπιστημιακά βιβλία σας. Οι πιο πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις ήταν επιχειρήσεις καλές και νοικοκυρεμένες. Χωρίς πολλά χρέη και χωρίς περιττά ανοίγματα. Ούτε απαραίτητα αυτές που βλέπω να κατηγορούν για απομεινάρια στρεβλής ανάπτυξης οι ηθικολόγοι των εθνικών στρατηγικών σχεδίων. Πολλές, σαν και την δικιά μου, ήταν επιχειρήσεις γνώσης, καινοτομίας και τεχνολογίας. Και οι περισσότερες παραγωγικές. Από αυτές που σε μιαν άλλη χώρα θα καμάρωναν για τις προοπτικές τους. Στην αγορά δεν πληρώνεις πάντα τα δικά σου λάθη, ούτε ξέρεις από που θα σκάσει πάνω σου το κύμα. Και δεν ήταν ούτε αρκετά μικρές για να βγαίνουν με την προσωπική περιουσία των ιδιοκτητών τους, ούτε αρκετά μεγάλες για να βρίσκουν κεφάλαια. Ο κορμός της Ελληνικής οικονομίας δηλαδή.
Τον τελευταίο χρόνο, το έχω ξαναγράψει, πήραμε μιαν ανάσα. Το κλίμα στους διαδρόμους των γραφείων μας άλλαξε. Αρχίσαμε πάλι να κάνουμε σχέδια. Οι επιχειρηματίες είμαστε τζάνκια των ονείρων. Χωρίς αυτά πέφτουμε σε βαθειά κατάθλιψη. Μπορεί να ήταν το χρήμα που κυκλοφόρησε από τον τουρισμό, μπορεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζων που τις έκανε πιο συνεργάσιμες, μπορεί και αυτή η απλή ανάσα αισιοδοξίας που έκανε τους ανθρώπους να βγαίνουν ξανά τις Κυριακές στα μαγαζιά. Να ξανακυκλοφορούν με τα αυτοκίνητά τους και να ξαναέχει κίνηση στους δρόμους. Και το σημαντικότερο. Αρχίσαμε να κάνουμε δειλά προσλήψεις. Δεν χρειάζεται πολύ η ανεργία. Ούτε μεγάλες ξένες επενδύσεις, ούτε ταμεία επιχειρηματικότητας, μεγαλεπήβολα πλάνα. Χρειάζεται μερικές χιλιάδες μικρές και μεσαίες να πιστέψουν στο μέλλον και να ξανακάνουν από λίγες προσλήψεις. Είπαμε, οι επιχειρηματίες είμαστε τζάνκια των πεζών μας ονείρων. Κάθε πρόσληψη μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι μεγαλώνουμε το μικρό μας βασίλειο.
Το κακό με τα όνειρα είναι ότι γίνονται εύκολα εφιάλτες. Τώρα διαβάζω στα ξένα περιοδικά μου σενάρια για το τι θα γίνει αν βγούμε από το ευρώ. Για το πόσο πιθανό είναι να βγούμε. Για το πόσο πιθανό είναι το ατύχημα λόγω ανοησίας ή απειρίας ή και λόγω των πολιτικών εμμονών περιθωριακών που σε άλλες χώρες δεν θα ήταν καν στην Βουλή. Ακούω γύρω μου ένα εκκωφαντικό πια κρεσέντο ανοησίας. Όπου οι ανησυχίες μας βαφτίζονται κινδυνολογία. Και για οτιδήποτε άλλο εκτός από τα σημαντικά. Αυτά που δίνουν δουλειές σε ανθρώπους και φόρους για να συνεχίσει να λειτουργεί αυτή η χώρα. Είπαμε οι επιχειρηματίες είμαστε εθισμένοι στα πεζά μας όνειρα. Το μόνο που θέλαμε ήταν να μας αφήσετε ήσυχους να κάνουμε την δουλειά μας, εμείς και οι άνθρωποι που μοχθούν μαζί μας. Δεν ξέρω αν θα αντέξουμε δεύτερη φορά, όσοι αντέξαμε την πρώτη. Φροντίστε.
Η απόφαση δεν είναι για το ποιός σε εκπροσωπεί
Τα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα βασίζονται πάντα σε έναν θεμελιώδη συμβιβασμό ανάμεσα στην αντιπροσωπευτικότητα και στην κυβερνησιμότητα. Τα κοινοβούλια και οι κυβερνήσεις που προκύπτουν από αυτά δεν είναι και δεν οφείλουν να είναι στατιστικά αντιπροσωπευτικά του εκλογικού σώματος, ούτε οι πολιτικές να προκύπτουν αναγκαστικά από συνθέσεις. Κάτι τέτοιο θα ήταν προφανώς αναποτελεσματικό.
Οι εκλογές μεταφέρουν τον συμβιβασμό αυτό, συχνά με μορφή διλήμματος, στον κάθε πολίτη που καλείται μερικές φορές να επιλέξει ανάμεσα στην εκπροσώπησή του και στην διακυβέρνησή του. Ανάμεσα στο ποιός τον εκπροσωπεί και στον ποιός τον κυβερνά. Και να ζυγίσει ποιό από τα δυό βαραίνει περισσότερο. Πρέπει όμως πρώτα να συνειδητοποιήσει ότι πρόκειται για δυο διαφορετικά πράγματα για να μπορέσει να τα ζυγίσει, και να ψηφίσει ανάλογα.
Το εκλογικό μας σύστημα, με το bonus των εδρών που χαρίζει στον πρώτο αφαιρώντας τες ουσιαστικά από τον δεύτερο, κάνει το δίλημμα πιο επιτακτικό, καθώς είναι ο πρώτος αυτός που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα κυβερνήσει. Οι συνεργασίες με τρίτους και τέταρτους δεν είναι παρά παρηγορητικές, καλόπιστες προσδοκίες, προφάσεις και υπεκφυγές.
Και σε αυτήν την ιστορική στιγμή είναι από την μεριά του ποιός από τους συγκεκριμένους δύο θα κυβερνήσει που η ζυγαριά βαραίνει συντριπτικά· όχι από την μεριά του ποιός θα μας εκπροσωπήσει. Είναι διλημματικό, είναι πολωτικό, είναι πιθανόν άδικο, αλλά είναι έτσι. Και έχουμε το χρέος και την ευθύνη να επιλέξουμε. Γιατί σε αυτήν την ιστορική στιγμή, αυτοί που είναι έτοιμοι να μας πάρουν μαζί τους στον δικό τους κίνδυνο, πρέπει να μας βρουν απέναντι.